Ενώ στην Ελλάδα κινούμαστε σε καθαρά προεκλογικούς ρυθμούς, στις Βρυξέλλες αποφασιζόταν η πολυαναμενόμενη διάθεση στη χώρας μας, των πρώτων χρημάτων από το αναπτυξιακό πακέτο των 35δις ευρώ, του «αποκαλούμενου» και ως «πακέτου Γιουνκέρ».
Η νέα κυβέρνηση- όποια και εάν είναι αυτή- θα λάβει μέσα σε διάστημα τριών μηνών τα πρώτα 4δισ. ευρώ τα οποία συνιστούν και ένα πολύτιμο εργαλείο για την ανάπτυξη που έρχεται να στηρίξει την, όπως συνηθίζουμε να λέμε, πραγματική οικονομία. Ένα εύλογο ερώτημα λοιπόν είναι «τι θα κάνουμε αυτά τα 35δισ. ευρώ;» και αναζητώντας μια απάντηση η HuffPost Greece απευθύνθηκε σε βουλευτές και εκ νέου υποψηφίους κομμάτων, που γνωρίζουν το θέμα, για να λάβουμε μια απάντηση.
Βέβαια, η αλήθεια είναι πως δεν πήραμε τόσο σαφείς απαντήσεις όσο περιμέναμε ή ενδεχομένως «απαιτεί» ένα τέτοιο ζήτημα. Ελέω ίσως και προεκλογικής περιόδου, για μια ακόμη φορά κυριάρχησαν περισσότερο, σε κάποιες περιπτώσεις, μια μάχη για το ποιο κόμμα είναι αυτό που κατάφερε να εξασφαλίσει το συγκεκριμένο ποσό, πως κάποιο άλλο παραπλάνησε τους πολίτες κοκ. Δεν έλειψαν όμως και πιο γενικόλογες τοποθετήσεις, για τα κακώς κείμενα του παρελθόντος, για όλα όσα δεν πρέπει να επαναληφθούν αλλά όχι απαραιτήτως για όλα όσα θα πρέπει να γίνουν. Συγκεκριμένα.
Σε ό,τι αφορά πάντως τα 35δισ. για την περίπτωση της Ελλάδας έγιναν κάποιες εξαιρέσεις. Βασικότερη αυτών είναι η δυνατότητα να «τρέξει ταχύτερα» η εμπροσθοβαρής ενεργοποίηση του ΕΣΠΑ 2014-2020, αυξάνοντας την προχρηματοδότηση των δράσεων . Ταυτόχρονα, το νέο πρόγραμμα θα επιχειρήσει να ξεπεράσει τις καθυστερήσεις του παρελθόντος, προβλέποντας περιορισμένη έως και μηδενική εθνική συμμετοχή, προκειμένου να «ξεπαγώσουν» τα έργα που δεν προχωρούν εξαιτίας της ελλιπούς χρηματοδότησης, αλλά και να μην χαθούν τα κονδύλια από την προηγούμενη προγραμματική περίοδο 2007-2013. Αυτό βέβαια, δεδομένων των γνωστών προβλημάτων έγκαιρης απορρόφησης και ουσιαστικής αξιοποίησης των πόρων.
Επίσης, εκτιμάται πως θα μπορέσουμε συνδυαστικά να αξιοποιήσουμε τη μόχλευση ή τον δανεισμό για σημαντικές επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα.
Εάν αναλογιστεί κανείς τις…προβληματικές επιδόσεις πάντως των κυβερνήσεων στην απορρόφηση κοινοτικών πόρων, δεν είναι να απορεί κανείς εάν αυτή η ευκαιρία θα αξιοποιηθεί στο μέγιστο, εντός χρονοδιαγραμμάτων. Το πιο βασικό ερώτημα βέβαια, όπως θα το έθετε πολύ απλά κάποιος, είναι: «35δισ. ευρώ. Τί θα τα κάνετε;»
Ένα από τα σημαντικότερα θέματα που πρέπει άμεσα να αντιμετωπίσει η νέα κυβέρνηση, είναι η ανάπτυξη. Μόνο έτσι θα δημιουργηθούν εκείνες οι αναγκαίες προϋποθέσεις για να «ξεκολλήσει» η χώρα από την ύφεση, την λιτότητα και τα μνημόνια. Χρειαζόμαστε ιδέες, ανθρώπινους πόρους και -κυρίως- χρηματοδότηση. Εδώ υπάρχει η πρόκληση που ακούει στο όνομα «Πακέτο Γιούνκερ». Πρόκειται για περίπου 35 δις ευρώ τα οποία σε βάθος τριετίας μπορεί να αποτελέσουν την «καύσιμη ύλη» για την αναθέρμανση της ελληνικής οικονομίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εκπονήσει ένα σχέδιο για την καλύτερη δυνατή προετοιμασία προτάσεων και επενδυτικών οχημάτων για την αξιοποίηση του, το οποίο προβλέπει:
- Ίδρυση Εθνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας
- Διερεύνηση σύστασης Εισηγμένου Επενδυτικού Κεφαλαίου για Μικρές και Μεσαίες Επιχειρήσεις
- Επενδυτικές προτάσεις σε Ενέργεια, Μεταφορές, Έρευνα και Ανάπτυξη, Καινοτομία, Παιδεία.
Στο πρόγραμμα μας προβλέπονται και συγκεκριμένα μέτρα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας η οποία θα επιτευχθεί με:
- Την υλοποίηση του νόμου για την απλοποίηση της αδειοδότησης των επιχειρήσεων,
- Την ίδρυση Κέντρων Εξυπηρέτησης Επιχειρήσεων,
- Τη μείωση των τιμών με την επανεξέταση του πλαισίου λειτουργίας της Επιτροπής Ανταγωνισμού και τις μεταρρυθμίσεις σε στοχευόμενους κλάδους στους οποίους κυριαρχούν ολιγοπωλιακά συμφέροντα.
- Την αναβάθμιση της θεσμικής υποδομής αναφορικά με την προσέλκυση Άμεσων Ξένων Επενδύσεων, ώστε να αξιοποιήσουμε τη δημόσια περιουσία μέσα από το νέο ταμείο που θα αντικαταστήσει το ΤΑΙΠΕΔ, και να διευκολύνουμε τις συμπράξει ελληνικών επιχειρήσεων με στρατηγικούς επενδυτές από το εξωτερικό.
Τέλος ο ΣΥΡΙΖΑ εγγυάται ότι τα κονδύλια δεν θα καταλήξουν στις «τσέπες ημετέρων» (όπως συνέβαινε στο παρελθόν) αλλά σε πραγματικές επενδύσεις!».
*Αντιπρόεδρος Βουλής, υποψήφιος βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ
Η χρήση του όρου «Πακέτο Γιουνκέρ» δημιούργησε μια σύγχυση στην ελληνική κοινή γνώμη καθώς ερμηνεύθηκε από πολλούς ως πρόσθετη αναπτυξιακή βοήθεια της ΕΕ προς την χώρα μας. Στη σύγχυση συνετέλεσε και το «Επενδυτικό Σχέδιο Γιούνκερ για την Ευρώπη» διαφαινόμενου ύψους 315 δις, που ακόμη, όμως, βρίσκεται υπό συζήτηση και πάντως δεν προβλέπει επιδοτήσεις αλλά δάνεια και αυτά χωρίς συγκεκριμένη κατανομή ανά χώρα.
Επανερχόμενοι στα καθ` ημάς, η πραγματικότητα είναι ότι το «Πακέτο Γιουνκέρ» αφορά τους πόρους που είχαν ήδη εγκριθεί για τη χώρα μας από το 2014 στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων (19.5 δις) -δηλαδή μέσω ΕΣΠΑ- και εκείνων που προορίζονται να διατεθούν στους αγρότες (15.5 δις) ως εισοδηματικές ενισχύσεις, για την προγραμματική περίοδο 2014-2020, που καλύπτει όλη την ΕΕ.
Συνεπώς, η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δεν είχε καμία συμμετοχή στις σχετικές διαπραγματεύσεις για την εξασφάλιση του. Όπως δεν ανέλαβε και καμία πρωτοβουλία για την αξιοποίηση του παρά το γεγονός ότι το νέο πρόγραμμα παρέχει τη δυνατότητα εμπροσθοβαρούς χρήσης μέρους των πόρων με μεγαλύτερη ευελιξία και μικρή ή καθόλου εθνική συμμετοχή. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο εφαρμοστικός νόμος (Ν. 4314/2014) ψηφίστηκε τον περασμένο Δεκέμβριο και μέσα στο διάστημα των οκτώ μηνών δεν κατάφερε να εκδώσει τις σχετικές διοικητικές πράξεις που αφορούν στις νέες δομές των Ειδικών Υπηρεσιών Διαχείρισης!
Η Νέα Δημοκρατία πιστεύει ακράδαντα ότι το «Πακέτο Γιούνκερ» μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, τη στήριξη της επιχειρηματικότητας των νέων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Για να συμβούν αυτά οφείλουμε σε πρώτη φάση να αποκαταστήσουμε την αξιοπιστία της χώρας, τη ρευστότητα στην αγορά και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Ακολούθως να στρέψουμε τα κοινοτικά προγράμματα στην κατεύθυνση της καινοτομίας, της εξωστρέφειας, στις παραγωγικές επενδύσεις και τα μεγάλα ιδιωτικά έργα που δημιουργούν πολλαπλασιαστικά οφέλη στην οικονομία. Τα έργα αυτά μπορούν να υλοποιηθούν είτε από ιδιωτικές στρατηγικές επενδύσεις (στους τομείς του Τουρισμού, της Ενέργειας, της Ναυτιλίας, των νέων τεχνολογιών κ.ο.κ.) είτε από τις Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ).
Πρέπει να επισημανθεί ότι με το Ν. 4146/2013 που εμείς θεσπίσαμε, προχωρήσαμε στη σύσταση της Κεντρικής Αδειοδοτικής Αρχής η οποία είναι η μόνη αρμόδια υπηρεσία για την αδειοδότηση των στρατηγικών επενδύσεων.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ απέδειξε ότι δεν έχει σχέδιο για την πραγματική οικονομία. Το μόνο που την ενδιαφέρει είναι η αναστήλωση του αποτυχημένου κρατικοδίατου μοντέλου που μας οδήγησε στα χρέη και τα δανεικά. Γι αυτό άλλωστε πολεμά όλες τις μεγάλες επενδύσεις και σταμάτησε τα έργα ΣΔΙΤ. Το Πακέτο Γιούνκερ δεν πρέπει να προστεθεί στον μεγάλο κύκλο των χαμένων ευκαιριών. Η στήριξη της πραγματικής οικονομίας από τα ευρωπαϊκά προγράμματα είναι μονόδρομος για να βγει οριστικά η χώρα από τα μνημόνια και τη διαρκή λιτότητα. Και αυτό θα πράξει η Νέα Δημοκρατία».
*Υποψήφιος βουλευτής με τη ΝΔ
Και εκεί αρχίζουν τα δύσκολα – μεταξύ θεωρίας και πράξης.
Ενώ όλοι μιλάνε για την ανάπτυξη, στην πράξη δεν έχουν ιδέα για το τι σημαίνει αυτή στον σύγχρονο κόσμο.
Κάποτε η ανάπτυξη ήταν έργα ‘πολιτικού μηχανικού’. Αυτά τα γνωρίζαμε, και ξέραμε και πού να τα δώσουμε. Τα λεφτά μοιράζονταν και το έργο σχεδιαζόταν από το Κράτος. ‘Ανάπτυξη’ κομμένη-ραμμένη στα μέτρα του παλιού πολιτικού συστήματος.
Το πρότυπο αυτό συνεχώς μεγάλωνε το Δημόσιο, το φόρτωνε με λειτουργικά έξοδα και τελικά είχε ελάχιστη επίπτωση στην παραγωγή πλούτου.
Για να αξιοποιηθούν τα λεφτά που τώρα υπάρχουν, δεν αρκεί να ξοδευτούν. Πρέπει να φτάσουν στην παραγωγή, στον ιδιωτικό τομέα. Και εκεί απαιτούνται προσαρμογές:
- Προσαρμογές ιδεολογικές –ο ιδιώτης δεν αντιμετωπίζεται με καχυποψία αλλά ως ι συνεταίρος σε κοινή προσπάθεια. Η διαφάνεια στην επιλογή εγγυάται την αποδοτική συνεργασία.
- Προσαρμογές πρακτικές: Τα σχέδια πρέπει να επιτελούνται με αρτιότητα. Όταν το ζητούμενο είναι ο εκσυγχρονισμός, δεν μπορεί το Δημόσιο να θυμίζει εργολάβο του ’50.
Για να υλοποιηθεί ένα σύγχρονο επενδυτικό πακέτο απαιτείται ένα σύγχρονο Κράτος. Ένα Κράτος που μιλά με τις μεγάλες πολυεθνικές αλλά και που καταλαβαίνει την αγωνία του προικισμένου (αλλά μικρού σε μέγεθος) επιχειρηματία.
Το Κράτος-Λάφυρο που είχαμε ως τώρα πρέπει να αλλάξει. Χωρίς ένα νέο, άρτιο, κρατικό μηχανισμό τα λεφτά μόνο θα υπάρχουν και δεν θα αξιοποιούνται».
*Υποψήφια βουλευτής με το Ποτάμι
Η διαπραγμάτευσή του είχε γίνει το 2014 και η έγκρισή του ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του 2014, με την ψήφιση του εφαρμοστικού νόμου για το ΕΣΠΑ, τον οποίο υπενθυμίζω πως ο ΣΥΡΙΖΑ καταψήφισε ως αντιπολίτευση.
Το 2014, απορροφήθηκαν 5,8 δις. ευρώ από το ΕΣΠΑ 2007-2013, σε μικρά και μεγάλα έργα σε όλη την Ελλάδα, νοσοκομεία, σχολεία, δρόμους, πλατείες, αλλά και για τη στήριξη μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, επαγγελματιών, αγροτών, σε κάθε γωνιά της χώρας, δημιουργώντας 85.000 θέσεις εργασίας. Ταυτόχρονα, έγιναν όλες οι απαραίτητες ενέργειες ώστε να ξεκινήσει η απορρόφηση και ΣΕΣ 2014-2020, με εμπροσθοβαρείς δράσεις που ήδη είχαν αρχίσει να χρηματοδοτούνται (πρώτα και μόνο για την Ελλάδα από όλες τις χώρες της ΕΕ), από τον περασμένο Δεκέμβριο.
Στους επτά μήνες της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, πάγωσαν όλα. Η απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων έπεσε στο 0%, ενώ από τη μη εμπρόθεσμη ολοκλήρωση του ΕΣΠΑ κινδυνεύουν να χαθούν περισσότερα από 3 δις ευρώ στις επόμενες εβδομάδες. Τα δε επιπλέον του ΣΕΣ χρήματα του «πακέτου», αν τελικά έρθουν στη χώρα μας, αφορούν μόχλευση κεφαλαίων. Αυτό σημαίνει πως – για να διοχετευθούν στην αγορά – είναι απαραίτητο ένα πολύ δυνατό και αξιόπιστο τραπεζικό σύστημα, αλλά και δυναμικές επιχειρήσεις που θα μπορέσουν να τα χρησιμοποιήσουν.
Είναι ξεκάθαρο πως έχουμε άμεση ανάγκη από μία εντελώς διαφορετική αντίληψη και πρακτική. Από ένα σχέδιο διαρθρωτικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, που την επόμενη κιόλας ημέρα των εκλογών θα αποτυπωθεί σε μία προγραμματική συμφωνία των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου.
Η χώρα χρειάζεται μία σταθερή Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας με ορίζοντα τετραετίας, η οποία θα εργαστεί με βάση τη λογική: πρώτον, για να μη χαθούν κονδύλια από το ΕΣΠΑ 2007-2013, δεύτερον να ξεκινήσει η υλοποίηση του ΣΕΕΣ 2014-2020, και τρίτον να αξιοποιήσει κάθε ευκαιρία και πηγή χρηματοδότησης, για να μπορέσει η οικονομία ξαναγίνει ανταγωνιστική, ώστε να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας και να υποστηριχθεί το κοινωνικό κράτος.
Ο πλούτος για να αναδιανεμηθεί, πρέπει πρώτα να παραχθεί. Εκεί πρέπει να κατευθύνουμε τώρα όλες μας τις δυνάμεις, με συναίνεση και σκληρή δουλειά. Μόνο έτσι θα διασφαλίσουμε το μέλλον της Ελλάδας και των ανθρώπων της, σε κάθε γωνιά της».
*Υποψήφιος βουλευτής με τη Δημοκρατική Συμπαράταξη